Κάλλιον

Το Κάλλιον ή αρχαία Καλλίπολις βρίσκεται ΒΔ του Λιδωρικίου, στη θέση του κάστρου του Βελούχοβου. Αναφορά στους κατοίκους της πόλης γίνεται από τον Θουκυδίδη (Καλλιείς), ο οποίος τους περιγράφει ως το ανατολικότερο μέρος της αιτωλικής φυλής των Οφιονέων. Ο Παυσανίας και ο Στέφανος Βυζάντιος (που ονομάζει την πόλη Σόλλιον και Φάκιον) αναφέρουν το Κάλλιον ως την πρωτεύουσά τους. Στην ελληνιστική περίοδο, σύμφωνα με επιγραφικές μαρτυρίες, η πόλη ονομαζόταν Καλλίπολις. Το Κάλλιον παρότι σώζονται ίχνη κατοίκησης από τα Γεωμετρικά χρόνια, κατοικήθηκε οργανωμένα από τον 4ο αιώνα π.Χ. Τότε η πόλη συμμετείχε στην Αιτωλική Συμπολιτεία. Βρισκόταν σε ιδιαίτερα στρατηγική θέση όπως αυτό αποδεικνύεται από την καταστροφή του κατά την επέλαση των Γαλατών το 279 π.Χ. Κατόπιν της εκστρατείας των Γαλατών, η πόλη ανοικοδομήθηκε χωρίς ωστόσο να αναφέρεται στις γραπτές πηγές. Τον 9ο αιώνα μ.Χ. αναφέρεται ως έδρα του επισκόπου το Λιδωρίκι, που διαδέχθηκε το Κάλλιο ως διοικητικό κέντρο της ορεινής Δωρίδας. Τον 14ο και 15ο μ.Χ αιώνα αναφέρεται μόνο το κάστρο του Λιδωρικίου, που μάλλον ταυτίζεται με τα μεσαιωνικά ερείπια των κτηρίων και της οχύρωσης, που σώζονται στη θέση της αρχαίας ακρόπολης. Αφού ανασκάφηκαν συστηματικά στα τέλη της δεκαετίας του 1970, τα δημόσια κτίσματα της πόλης και τα νεκροταφεία έχουν κατακλυσθεί από τα νερά της τεχνητής λίμνης του Μόρνου.

Πηγή: Εφορεία Αρχαιοτήτων Φωκίδας